Σάββατο 2 Μαΐου 2015

ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΥΡΙΒΗΛΗΣ -Η ΖΩΗ ΕΝ ΤΑΦΩ-ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΓΡΑΦΗ

Πιθανό τέλος
     Το παραπάνω ήταν το τελευταίο γράμμα που σου έγραψε ο λοχίας. Αφού δεν μπορούσε να σου τα στείλει, υποχρέωσή μου είναι να σου τα παραδώσω. Και μάλλον θα αναρωτιέσαι τι απέγινε. Πώς πέθανε. Δεν είναι ευχάριστη ιστορία, πρέπει να σε προειδοποιήσω, δικαιούσαι όμως να τη μάθεις. Όσο περίεργο κι αν σου φαίνεται, αυτό το λουλούδι είναι η αιτία που έφυγε. Ήμουν μπροστά και το είδα να συμβαίνει. Βλέπεις, από την πρώτη στιγμή του έγινε έμμονη ιδέα να το προφυλάξει. 
   Αφού σου έγραψε το γράμμα αυτό, την επόμενη κιόλας μέρα, μόλις είχε ξημερώσει κι ενώ ήξερε ότι ο εχθρός μπορεί να τον έβλεπε, πήγε να επισκεφθεί την παπαρούνα του, όλο χαρά. Ήταν η πρώτη φορά μετά από πολύ καιρό που έβλεπα την αισιοδοξία και πάλι στο βλέμμα του. Σκαρφάλωσε, λοιπόν, πάλι στους γεώσακους και την αναζήτησε. Με την πρώτη ματιά δεν είδε τίποτα κι αυτό τον ανησύχησε, το κατάλαβα. Κοιτώντας πιο προσεκτικά, την παρατήρησε λίγο πιο πέρα, ξεριζωμένη και τσαλαπατημένη. Τα περισσότερα πέταλά της είχαν σκορπιστεί. Σκαρφάλωσε ψηλότερα, για να μπορέσει να τη φτάσει. Εγώ του φώναξα να μη βγαίνει τόσο έξω.

   Μα εκείνος δε με άκουσε. Πάντα έκανε του κεφαλιού του. Την έπιασε στο χέρι του και απέμεινε να την κοιτάζει. Η προηγούμενη αισιοδοξία που είχε στα μάτια του, μετατράπηκε σε λύπη, σε μια λύπη που όμοια δεν είχα ξαναδεί. Νομίζω ότι είπε και κάτι. «Γιατί Θεέ μας εγκατέλειψες;», ή κάτι τέτοιο. Και τότε τα ακούσαμε. Τους πυροβολισμούς και τις βόμβες, εννοώ. Μάλλον κάποιος από τους εχθρούς τον είχε δει και διέταξε επίθεση. Του φώναξα να καλυφθεί, αλλά εκείνος ήταν σα να είχε παραλύσει. Και τότε σήκωσε το κεφάλι του για ένα μόνο δευτερόλεπτο, αλλά ήταν υπεραρκετό. Η σφαίρα τον πέτυχε ακριβώς στο μέτωπο. Κατρακύλησε από τους γεώσακους, με το λουλούδι ακόμη στο χέρι του. Τον έπιασα πριν πέσει στη γη. Ήταν νεκρός, δε χωρούσε αμφιβολία. Τον σκότωσε η αφοσίωση που έδειξε σε κάτι τόσο ασήμαντο, σε κάτι που άλλοι θα το είχαν παρατήσει, ή δε θα το είχαν προσέξει καν. Αυτός όμως πέθανε προσπαθώντας να το προστατέψει. Τόση ήταν η ανθρωπιά του. Έτσι να τον θυμάσαι κι εσύ. Ο λοχίας πέθανε σαν ήρωας…


Μαριάννα Ρήγα , Β4,Σχ.έτος 2014-2015


Το επόμενο πρωί με ξύπνησε ο θόρυβος από τις οβίδες που έπεφταν τριγύρω και η αναταραχή που επικρατούσε στο χαράκωμα. Κατάλαβα αμέσως και με μεγάλη λύπη πως ο πόλεμος ξανάρχισε. Για μια στιγμή αναρωτήθηκα μήπως η χτεσινή νύχτα ήταν ένα όνειρο,μήπως η υπέροχη αυτή ανακάλυψη που γέμισε με χαρά την ψυχή μου ήταν μια παραίσθηση που δημιούργησε ο πόνος. Μήπως αυτή η ολάνθιστη ελπίδα ήταν μια μαραμένη οφθαλμαπάτη. Έδιωξα αμέσως αυτές τις καταθλιπτικές σκέψεις από το μυαλό μου.  Όταν πια είχα ετοιμαστεί για να ξαναμπώ στο παιχνίδι του θανάτου, το είχα πάρει απόφαση: θα πήγαινα να δω αν η παπαρούνα ήταν ακόμη εκεί, αν ήταν ακόμη ζωντανή."
   Αυτά ήταν τα τελευταία λόγια που πρόλαβε να γράψει ο λοχίας Αντώνης Κωστούλας στην αγαπημένη του. Όπως το είχε αποφασίσει, πήγε να ελέγξει την παπαρούνα. Όταν, όμως, έφτασε στον μισοκατεστραμμένο γεώσακο και στηρίχθηκε πάνω του για να την ακουμπήσει, αυτός δεν άντεξε το βάρος του και έπεσε. Οι σφαίρες έπεφταν σαν βροχή, τον λοχία, όμως, δεν τον ένοιαζε. Αμέσως σχηματίστηκε ένα χαμόγελο στα χείλη του και αναγεννήθηκε μια ελπίδα στην καρδιά του, βλέποντας την πανέμορφη παπαρούνα του. Δεν γνώριζε, όμως, πως θα ήταν και η τελευταία φορά που θα την αντίκριζε.Μια σφαίρα στην καρδιά έκοψε την ανάσα του και νέκρωσε τα μάτια του, το δεύτερο μπουμπούκι άνοιξε δειλά τα κόκκινα σαν το αίμα πέταλά του.

Ηλιάνα Τηραϊδή








Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.