Κυριακή 25 Οκτωβρίου 2015

ΤΑ ΦΥΛΑ ΣΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ -ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ-ΤΑΥΤΙΣΗ ΜΕ ΗΡΩΕΣ

ΚΕΙΜΕΝΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ
ΠΡΩΤΗ  ΠΕΡΙΟΔΟΣ (10ος αι. – 1453) – ΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ
 ΕΡΓΑΣΙΑ:     «Της νύφης  που κακοπάθησε»

ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ 
20 Ιανουαρίου 1315
Το προξενιό που μου ετοιμάζουν πρέπει να είναι σπουδαίο και επιτυχημένο! Ο γαμπρός που επέλεξε η οικογένειά μου είναι περιζήτητος και πολύφερνος… Μεγάλη τύχη για μένα, αφού η προίκα που τάζουν οι δικοί μου είναι μεγάλη: άλλη ο πατέρας, άλλη ο αδελφός. Και η μανούλα επιμένει πως είμαι πολύ τυχερή και μου τάζει κρυφά δέκα χιλιάδες! Πώς να τους κακοκαρδίσω και να φέρω αντίρρηση σ’αυτόν τον γάμο;  Αντίθετα είμαι ενθουσιασμένη, το μέλλον μου διαγράφεται λαμπρό. Ανυπομονώ να έρθει η μέρα του γάμου!
15 Μαρτίου 1315
Η μεγάλη μέρα έφτασε,  που θα φύγω από το πατρικό μου σπίτι και θα πάω στα πεθερικά. Μια καινούρια ζωή αρχίζει για μένα! Έχω όμως όλες τις προϋποθέσεις για μια ευτυχισμένη ζωή: η οικογένεια του γαμπρού είναι εύπορη, η προίκα μου πλούσια, είμαστε νέοι και δυνατοί, όλοι ευλογούν αυτόν τον γάμο, το μέλλον μας προβλέπεται ευτυχισμένο και απροβλημάτιστο! Η χαρά μου είναι ήδη μεγάλη, που θα ντυθώ νύφη, θα πάω στο νέο μου σπιτικό και θα δημιουργήσουμε τη δικιά μας ευτυχισμένη οικογένεια!
18 Απριλίου 1317
Ημέρα του Πάσχα σήμερα, κι αντί να έχω χαρά, έχω θλίψη μεγάλη! Πού είναι η ευτυχία που ονειρεύτηκα, πού είναι η οικογένεια που θα δημιουργούσα, πού πήγαν τα πλούτη και οι ανέσεις; Δούλα κατέληξα να ξενοδουλεύω! Η ζωή μου μες τη δυστυχία και τη μιζέρια είναι! Το είπα στον άντρα μου πως δεν αντέχω άλλο αυτή τη ζωή και θα γυρίσω στους δικούς μου, είμαι σίγουρη πως θα με δεχτούν πίσω με αγάπη και κατανόηση. Όμως ο άντρας μου δεν συμφωνεί, ντρέπεται για την κατάντια μας… Δεν με νοιάζει, εγώ θα πάω ακόμη και σαν δούλα να δουλέψω, τουλάχιστον θα δουλεύω για ανθρώπους που αγαπώ…                                                                                                                                                                                                                            Έφη       Καπουράλου,Α2
1ο Γ. Λύκειο Γαλατσίου
20-10-2015
.................................................................................................................................................................Δευτέρα      14           Σεπτεμβρίου        1236    (πριν το γάμο)

Σε λίγες μέρες θα γίνει ο γάμος μου. Δεν κατάλαβα πως πέρασαν τα χρόνια. Παντρεύομαι!!!! 
Η οικογένεια μου μού έδωσε μεγάλη προίκα. Ο πατέρας μου και τα αδέλφια μου μού έδωσαν καράβια γεμάτα  με πλούτη. Η πολυαγαπημένη μου μητέρα μού έδωσε κρυφά δέκα χιλιάδες, αφού ο πατέρας μου της απαγορεύει να ασχολείται με τα οικονομικά. Εγώ με τον άνδρα μου θα πάμε να ζήσουμε στο πατρικό του κοντά στους γονείς του. Δεν βλέπω την ώρα να γίνει ο γάμος. Κάθε βράδυ πριν κοιμηθώ σκέφτομαι πόσο ωραία και άνετη θα είναι η καινούρια μου ζωή. Μοιάζει σαν όνειρο!


Πέμπτη          23                  Νοεμβρίου         1239   (όταν χάνει τα πλούτη της)                                                                            Δυστυχώς, ήρθαν μήνες δίσεχτοι. Εγώ και ο άνδρας μου ξοδέψαμε όλα τα λεφτά μας για να συντηρήσουμε το σπίτι. Ο άνδρας μου άρχισε να ξενοκλαδεύει , ο πεθερός μου ξενόσκαβε και η πεθερά μου ξενόπλενε. Και εγώ, για πρώτη  φορά, άρχισα να ξεναλέθω. Θα ήθελα  πολύ να πάω στο πατρικό μου σπίτι, στην μητέρα μου. Ο άνδρας μου δεν θέλει να γυρίσω πίσω στους γονείς μου. Λέει ότι ντρέπεται τους δικούς μου, γιατί πλούσια με παντρεύτηκε και δεν θέλει να με γυρίσει πίσω φτωχιά !

Τρίτη              28   Ιανουαρίου               1240    (όταν πάει στην μητέρα της)

Δεν άντεξα άλλο. Πήρα τα πράγματά μου και άρχισα να παίρνω το δρόμο για το παλιό μου σπίτι. Ο άνδρας μου φοβήθηκε μήπως μείνω για πάντα στην μητέρα μου και με χάσει από κοντά του. Εγώ, όμως, τον καθησύχασα και του είπα πως θα μείνω για λίγες μέρες στην μητέρα μου. Ήθελα απλώς να ξεφύγω από αυτή την δύσκολη κατάσταση και να ξεχαστώ. Κατά την διάρκεια της διαδρομής μου, ευχήθηκα στον  Θεό να βρώ τις δούλες μου στην αυλή να πλένουν. Τελικά, ο Θεός με εισάκουσε και βρήκα τις δούλες μου μαζεμένες στην αυλή. Επειδή, όμως, ήμουν ντυμένη φτωχικά, ντράπηκα να τις πώ ότι είμαι η Ελένη και γι 'αυτό και τις ζήτησα να μου δώσουν μια θέση να δουλέψω. Εκείνες, για καλή μου τύχη, με έβαλαν να υφαίνω στο παλιό μου δωμάτιο. Μέσα στην στεναχώρια μου άρχισα να μοιρολογώ και να λέω τις συμφορές μου. Η μητέρα μου, η οποία με κρυφάκουγε, άνοιξε την πόρτα και έτρεξε να με αγκαλιάσει. Επιτέλους, γύρισα στην πολυαγαπημένη μου μητέρα!    
                                                                        Ζησοπούλου Θεοδώρα Α'2
...................................................................................................................................................................

ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ  Εργασια Βασιλική Δόση Α2

28 Μαΐου 1250
Είναι στ’ αλήθεια τέτοια η χαρά μου και η τύχη μου, που δεν νομίζω πως άλλη ζωή θα ονειρευόμουν.
Είναι καλό το προξενιό και ο νιός πλούσιος πολύ, και μαζί με τα δικά μου τα προικιά, θα’ χουμε ζωή καλή και εύκολη.

ΜΑ ΠΟΙΟΣ ΠΕΡΙΜΕΝΕ ΝΑ ΄ΧΩ ΤΟΣΟ ΚΑΛΗ ΤΥΧΗ!!!

Δεν μπορώ ν’ αντισταθώ και να μην φανταστώ τη ζωή μου μες τα πλούτη, τα ρούχα που θα φορώ, τα κεντίδια που θα έχω, τις δούλες και τις παραμάνες που θα φυλάνε τα παιδιά μου. Το παλικάρι που θα μ’ έχει βασίλισσα στ’ αρχοντικό μας. Ανυπομονώ να έρθει η ώρα που θα μπω στο σπιτικό μου!!!

Μακάρι να ‘ρθει γρήγορα η ώρα αυτή που θ’ ανοίξω τα φτερά μου. 

14 Σεπτεμβρίου 1250

Σήμερα είμαι κατάκοπη. Πάνε μέρες τώρα που ετοιμάζουμε τα προικιά μου. Τα πλένουμε όλα να ‘ναι άσπρα σαν περιστέρια, καθαρίσαμε τ’ αρχοντικό μας να γυαλίζει σαν τους καθρέφτες, για να δεχτούμε τα συμπεθέρια και όσους καλούς μας έρθουνε μαζί με τις ευχές τους.

Τ’ αδέλφια και ο πατέρας ετοιμάζουν τα σφαχτά του γάμου. Ξεχορταριάζουνε τη γη και ισιώνουνε το χώμα όπου θα γίνει το γλέντι για τις χαρές μου.
Και οι παραδουλεύτρες τρέχουν σαν τα κατσίκια να προλάβουν να ’τοιμάσουν ό,τι καλούδι χωράει τ’ ανθρώπου ο νους.
Και η κούραση είναι ελαφριά αφού η χαρά μου είναι τέτοια που όλα τα νικάει.

ΈΦΤΑΣΕ Η ΩΡΑ! Η ΩΡΑ Η ΚΑΛΗ! Η ΩΡΑ ΠΟΥ ΣΤ’ ΑΡΧΟΝΤΙΚΟ ΜΟΥ ΠΑΩ ΜΕ ΔΟΞΑ ΚΑΙ ΤΙΜΗ! 
18 Αυγούστου 1253

Ποιος άραγε θα το πίστευε, πως μύριες συμφορές θα με βρούνε. Είχα καλή ζωή που οι νιές όλου του κόσμου θα ζηλεύανε. Ο άντρας μου, μ’ αγάπαγε, το ίδιο και τα συμπεθέρια, κι ήμουν βασίλισσα και αρχόντισσα όπως ακριβώς μου τάξανε. Όλα τα καλά του κόσμου τα είχα μες τα πόδια μου.
Όμως η τύχη γύρισε, κι ήρθαν μέρες άσχημες, μέρες κακές και άγριες. Και χάσαμε τα πλούτη μας και απ’ άρχοντες ξενοδουλεύουμε όλοι μαζί για ένα κομμάτι ψωμί. Και χάσαμε τη θέση μας και την αξιοπρέπειά μας. Και ’γω μια μέρα της Λαμπρής, είπα στον άντρα μου, πως στα γονικά μου θέλω να γυρίσω, μα κείνος μου απάντησε πως δεν μπορεί ο ίδιος να με πάει, γιατί φτωχή με γύριζε μες την ντροπή.
Κι έτσι μονάχη εκίνησα σαν δουλική να πάω, μ’ ακούγοντας η μάνα μου το μοιρολόϊ μου, κατάλαβε ποιά είμαι, κι έτσι είμαι πάλι στο σπιτικό μου προσπαθώντας να ξεχάσω όσα κακά με βρήκαν.
Κι εύχομαι άλλη γυναίκα, στη δικιά μου θέση μη βρεθεί ποτέ, όσα χρυσά κι αν της χαρίσουν…..
..................................................................................................................................................................
ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΤΟΥ ΑΝΤΡΑ ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ

ΠΕΜΠΤΗ 29/5/1205   Πριν τον γάμο:
 Μεγάλη χαρά  μου έδωσε σήμερα ο πατέρας μου! Καθώς χαλάρωνα ξαπλωμένος στο κρεβάτι του δωματίου μου, ανοίγει την πόρτα ο πατέρας μου γεμάτος ενθουσιασμό και με το χαμόγελο στα χείλη με πληροφορεί για το προξενιό. Σύμφωνα με τα λόγια του, την λένε Ελένη, είναι πολύ όμορφη και προέρχεται από μια πλούσια και ευκατάστατη  οικογένεια. Επίσης μου τόνισε πως τα προικιά είναι πολλά, με λίγα λόγια μεγάλη ευκαιρία!

ΔΕΥΤΕΡΑ 3/4/1206 Γάμος:
 Αφού η Ελένη με την οικογένεια της ήρθαν αρκετές μέρες σπίτι μας και δειπνήσαμε όλοι μαζί, καταλήξαμε σήμερα  στον γάμο. Η Ελένη σήμερα ήταν το κάτι άλλο , πιο όμορφη από ποτέ. Το νυφικό της ήταν εντυπωσιακό τα μαλλιά της καλοχτενισμένα, γενικά η όλη της εμφάνιση ήταν εκθαμβωτική. Αφού τελείωσε ο γάμος και ημασταν και με τον νομο αντρογυνο, ακολούθησε  το γαμήλιο γλεντι. Εκει μαζευτηκαν ολοι, γονεις, φιλοι, συγγενεις.Ολοι χορευαν και γλεντουσαν με αφθονο φυσικα φαγητό  και ποτό. Αυτή την στιγμή της ζωης μου δεν θα την ξεχάσω ποτε, και ακομα δεν εχω ζησει τιποτα! Αν μας αξιωσει ο Θεος θα κάνουμε πολλα παιδακια και  θα τα αναθρέψουμε μαζί σωστά. Επειτα θα δουμε και τα παιδια μας να κανουν παιδια με την σειρα τους. Τι άλλο να θελει κανεις από την ζωη του;

ΚΥΡΙΑΚΗ 13/9/1206 Μετά τον γάμο:
 Με τον τελειωμο του γλεντιου πηρα την πανεμορφη Ελενιτσα μου και πηγαμε μαζι στο σπιτι μας. Αφου εγκατασταθηκαμε και βολευτηκα σιγα σιγα με την παροδο του χρονου αρχισα να σπαταλαω τα χρηματα από την προικια των γονιων της Ελένης. Ετσι χωρις να το αντιληφθούμε από πλούσιοι γίναμε φτωχοί. Παλιά διαταζαμε, τωρα μας διαταζουν. Δουλευαμε σκληρα για να βγαλουμε το ψωμι μας, μαζι και η Ελενη . Η κακομοιρη η Ελενιτσα μου δεν ειχε μαθει να ζει στην φτωχια και την μιζερια. Η αληθεια είναι πως έχει αλλάξει πολύ από τότε που την παντρεύτηκα, τα μαλλια της είναι  απεριποίητα ,τα ρούχα της γεματα μπαλώματα, αφου δεν έχω λεφτα να της παρω καινουργια. Εκεινη σιγα σιγα αρχισε να μου παραπονιεται, πως θελει να γυρισει πισω στους γονεις της και τα πλουτη τους. Εγω όμως ο  ερμος ντρεπομουν και φοβομουν συναμα τα αδερφια της και τον πατερα της , αφου πλουσια την πηρα ,φτωχη να την γυρισω. Ξημερωσε όμως η σημερινη μερα και η Ελενη είναι αφαντη. Ειχα ένα προαισθημα το οποιο εγινε σιγουρια όταν ειδα το σημείωομα που μου αφησε πανω στο τραπεζι του σαλονιού και λεει πως το εσκασε κρυφα και γυρισε πισω στους γονεις της. Τα συναισθηματα μου αυτην την στιγμη είναι αναμεικτα . Ειμαι θλιμενος από την μια πλευρα που με παρατησε η γυναικα μου και από την άλλη νιωθω ντροπιασμενος αφου πλουσια την βρήκα και φτωχη την κατεντησα.Τέλος αισθάνομαι ανίκανος που δεν καταφερα όχι μονο να την κρατησω κοντα μου αλλα να της παρέχω ότι χρειαζό ταν.
 Βαγγέλης Κιόρτσης  -Α2


                                           ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ 


Πέμπτη 15 Οκτωβρίου 2015

ΤΑ ΦΥΛΑ-ΤΗΣ ΝΥΦΗΣ ΠΟΥ ΚΑΚΟΠΑΘΗΣΕ

Της νύφης που κακοπάθησε 
Η μεταβολή της τύχης ήταν πολύ συνηθισμένο θέμα στο θέατρο από την εποχή της αρχαιότητας ακόμη. Εκτός όμως από το θέατρο, το ίδιο θέμα το συναντούμε συχνά και στους αρχαίους έλληνες λυρικούς (Θέογνις, Πενία· Αρχίλοχος, Θάρρος στις δοκιμασίες· Σιμωνίδης ο Κείος, Ασταθή τα ανθρώπινα κ.ά.).         


Γιατί συγκίνησε το λαϊκό ποιητή το θέμα αυτό;

Η ιστορία της νεαρής κοπέλας που ξεκινά για τη νέα της οικογένεια με μια ζηλευτή προίκα και καταλήγει να ξενοδουλεύει, αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα των εναλλαγών που επιφυλάσσει η τύχη για τους ανθρώπους. Το γεγονός ότι κανείς δεν μπορεί ποτέ να είναι βέβαιος για την πορεία που θα ακολουθήσει η ζωή του και οι έντονες ανατροπές που μπορεί να συμβούν από τη μια στιγμή στην άλλη, εκφράζουν απόλυτα τις διακυμάνσεις που έχει συχνά η ζωή και συγκινεί τους ανθρώπους, καθώς αντιλαμβάνονται πως αντίστοιχες μεταβολές ενδέχεται να συμβούν και στους ίδιους.
   Το αναπάντεχο πέρασμα από τη χαρά και την αφθονία, στη φτώχεια και στη θλίψη που βιώνει η νύφη της ιστορίας, κεντρίζει το ενδιαφέρον του λαϊκού δημιουργού ακριβώς γιατί το μέλλον κάθε ανθρώπου είναι άδηλο. Για το λόγο αυτό ο λαϊκός ποιητής φροντίζει μέσω της ιστορίας αυτής να περάσει σε όλους τους ακροατές-αναγνώστες, το μήνυμα ότι οφείλουμε να είμαστε προετοιμασμένοι για πιθανές ανατροπές στη ζωή μας.

Μπορείτε να δικαιολογήσετε γιατί «πήρε το παράπονο» τη νύφη «μία Κυριακή, μία πίσημον ημέρα»;

Τις Κυριακές, όπως και τις μέρες γιορτής, οι άνθρωποι συνήθιζαν να αφήνουν τις δουλειές τους, να φορούν τα καλά τους ρούχα και να πηγαίνουν στην εκκλησία. Ήταν οι καθιερωμένες ημέρες αργίας, όπου είχαν την ευκαιρία να ξεκουραστούν από τη δουλειά και να συναντηθούν με τους συγχωριανούς και τους συμπολίτες τους, για να μιλήσουν και να ξεχαστούν από τους κόπους και τις στεναχώριες της εβδομάδας.
Τις ημέρες αυτές, όμως, που επικρατούσε ένας γενικότερος ενθουσιασμός και οι άνθρωποι ξεχύνονταν στους δρόμους για να γιορτάσουν, ήταν ευκολότερο να αισθανθεί κάποιος τον πόνο του να εντείνεται. Ειδικά για τους ανθρώπους που ήταν ιδιαίτερα φτωχοί και δεν μπορούσαν πραγματικά να διασκεδάσουν με την ίδια ξεγνοιασιά που γιόρταζαν οι ευκατάστατοι συμπολίτες τους.
   Η νεαρή νύφη του τραγουδιού, η Ελένη, βλέποντας γύρω της τους ανθρώπους να διασκεδάζουν και να χαίρονται τη μεγάλη γιορτή της Ορθοδοξίας (Λαμπρή ονομάζεται το Πάσχα), είναι λογικό να θυμήθηκε την οικογένειά της και να ένιωσε τη θλίψη της να κορυφώνεται. Η κοπέλα έχοντας μεγαλώσει σε μια πλούσια οικογένεια, όπου οι γιορτές είχαν μια ξεχωριστή πολυτέλεια και ανεμελιά, συνειδητοποιεί τώρα πόσο έχει αλλάξει η ζωή της.
Μέσα στο γιορταστικό περιβάλλον αισθάνεται εντονότερα την αντίθεση που υπάρχει ανάμεσα στη ζωή που είχε κοντά στους δικούς της και στη φτώχεια που ζει τώρα που παντρεύτηκε. Έτσι, η κοπέλα νιώθει πως δεν μπορεί πλέον να συγκρατεί τον πόνο και τη νοσταλγία της και θέλει να δει ξανά τους δικούς της. Θέλει να ζήσει και πάλι όπως παλιά, όπου δεν είχε λόγους να ανησυχεί για το πως θα επιβιώσει,  ούτε χρειαζόταν να ξενοδουλεύει.

Στοιχεία της τραγωδίας στο τραγούδι.

-Ένα βασικό στοιχείο που συναντάμε στις τραγωδίες είναι οι εναλλαγές στη ζωή του ήρωα, οι οποίες συνήθως συμβαίνουν χωρίς δική του ευθύνη. Οι αλλαγές στην κατάσταση του ήρωα, με τις έντονες αντιθέσεις και τις απρόσμενες ανατροπές, αποτελούν αυτό που στην τραγωδία ονομάζουμε περιπέτεια.
Στο τραγούδι της νύφης που κακοπάθησε, μπορούμε να διακρίνουμε τη βασική αντίθεση στη ζωή της ηρωίδας που ενώ μεγάλωσε σε μια πλούσια οικογένεια και έλαβε μεγάλη προίκα για το γάμο της, κατέληξε να ξενοδουλεύει για να ζήσει. Η περιπέτεια, εδώ, γίνεται αισθητή τόσο μέσα από την σκληρή αλλαγή στην τύχη της κοπέλας, όσο και από την ξαφνική επιστροφή στο πατρικό της και τα γεγονότα μέχρι την αναγνώρισή της από τη μητέρα της.
  Οι διάφορες αυτές εναλλαγές στη ζωή των ηρώων που τους οδηγούν σε δύσκολες καταστάσεις και τους προκαλούν μεγάλο πόνο, συνιστούν την τραγικότητά τους, υπό την έννοια ότι χωρίς οι ίδιοι να έχουν φταίξει σε κάτι, η ζωή τους ανατρέπεται και βιώνουν έντονα συγκρουσιακές καταστάσεις και θλίψη.

   -Η τραγικότητα της Ελένης γίνεται αντιληπτή μέσα από την εξαθλίωση που βιώνει μετά το γάμο της, παρ’ όλο που προτού παντρευτεί ανήκε σε μια πλούσια οικογένεια. Μια μεγάλη αλλαγή στη ζωή της που προέκυψε μέσα από τυχαία περιστατικά «Μα ‘ρτανε χρόνοι δίσεφτοι κι οι μήνες οργισμένοι», για τα οποία η κοπέλα δεν έχει καμία ευθύνη.
   Στις τραγωδίες, επίσης, όπως και στα ομηρικά έπη, έχουμε συχνά την αναγνώριση των ηρώων από αγαπημένα τους πρόσωπα. Στο συγκεκριμένο τραγούδι βρίσκουμε την αναγνώριση της κοπέλας από τη μητέρα της, που επιτυγχάνεται τόσο από τη δεξιότητα με την οποία η «άγνωστη» κοπέλα υφαίνει το βλαντί (ύφασμα) που είχε ξεκινήσει να υφαίνει η κόρη προτού παντρευτεί, όσο και μέσα από το μοιρολόι που τραγουδά καθώς υφαίνει.


-Στοιχεία της τραγωδίας είναι επίσης η προοικονομία και ο προϊδεασμός.
«Η προοικονομία σχετίζεται πιο πολύ με την πλοκή του μύθου και των γεγονότων. Με την προοικονομία ένα μελλοντικό γεγονός του μύθου προετοιμάζεται κατάλληλα, για να το δεχθεί ο αναγνώστης ως κάτι το απόλυτα λογικό και φυσικό. Αντίθετα, με τον προϊδεασμό παίρνουμε μια μικρή υποψία, ένα είδος πρόγευσης και διαμορφώνουμε μια πρώτη γενική και αόριστη ιδέα για κάτι που θα συμβεί σε επόμενες στιγμές και στη μετέπειτα εξέλιξη του μύθου.»
Παρόλο που το τραγούδι αυτό είναι πολύ σύντομο σε σχέση με μια τραγωδία και η προοικονομία δεν μπορεί να λειτουργήσει με τον ίδιο τρόπο, καθώς ο ποιητής δεν προετοιμάζει γεγονότα που θα συμβούν αρκετούς στίχους μετά, όπως συμβαίνει στην τραγωδία, μπορούμε να εντοπίσουμε μια σχετική προοικονομία 
  • στον 7ο στίχο: «Μα ‘ρτανε οι χρόνοι δίσεφτοι κι οι μήνες οργισμένοι».
Ο στίχος αυτός που συναντάτε σχεδόν παρόμοιος σε πολλές παραλογές, σηματοδοτεί την απότομη αλλαγή και προετοιμάζει τον αναγνώστη για μια δραστική μεταβολή στην κατάσταση των ηρώων.
  • στον 13ο στίχο: «- Θέλω να πάω στη μάνα μου, να πάω στα γονικά μου»
καθώς η επιθυμία που εκφράζεται από τη νεαρή κοπέλα προετοιμάζει τον ακροατή για την επιστροφή της στο σπίτι των γονιών της. 
  • στίχο 19 «Χριστέ, να βρω τσι δούλες μου στη βρύση να λευκαίνουν»
μας προετοιμάζει για τη συνάντηση της Ελένης με τις υπηρέτριες του σπιτιού και την επιβράδυνση που θα προκύψει, με την αδυναμία τους να αντιληφθούν ποια είναι η κοπέλα που τους μιλά.


-Αντίστοιχα, μπορούμε να διακρίνουμε έναν προϊδεασμό στα λόγια του άντρα της Ελένης, όταν του εκφράζει την επιθυμία της να γυρίσει στους δικούς της: «Ελένη, πλούσια σ’ ήφερα, φτωχή που να σε πάω, / που ντρέπομαι τ’ αδέρφια σου, φοβούμαι τους δικούς σου». Η σκέψη αυτή μας δίνει μια ιδέα για την ντροπή που θα αισθάνεται η κοπέλα, όταν θα επιστρέψει στο πλούσιο πατρικό της.
-Επιπλέον, στοιχείο της τραγωδίας είναι η επιβράδυνση στην εξέλιξη των γεγονότων λίγο προτού συμβεί κάτι σημαντικό. Εκεί που ο ακροατής περιμένει την αναγνώριση και υποδοχή της κοπέλας από τους δικούς της, βρίσκουμε την ηρωίδα να συνομιλεί με τις υπηρέτριες του σπιτιού της, οι οποίες όχι μόνο δεν την αναγνωρίζουν, αλλά διαβεβαιώνουν και τη μητέρα της Ελένης πως η άγνωστη κοπέλα δεν είναι η κόρη της.
-Τέλος, σημαντικό στοιχείο της τραγωδίας είναι η τραγική ειρωνεία που προκύπτει όταν οι ήρωες αγνοούν καίριες για τους ίδιους πληροφορίες, τις οποίες όμως γνωρίζει ήδη το κοινό. Στο συγκεκριμένο τραγούδι μπορούμε να διακρίνουμε ίχνη αυτής της ειρωνείας, στη συζήτηση της μητέρας με τις υπηρέτριες, όπου η μητέρα παρ’ όλο που ελπίζει για την επιστροφή της κόρης της και παρ’ όλο που υποψιάζεται ότι η άγνωστη κοπέλα είναι η κόρη της, πιστεύει τις δούλες που τη διαβεβαιώνουν για το αντίθετο.
Η τραγική ειρωνεία έγκειται στην άγνοια της μητέρας για την ταυτότητα της κοπέλας που ζητά να δουλέψει στο σπίτι της, ως μία από τις υπηρέτριες.

Η  διαδικασία  της αναγνώρισης στην παραλογή μας; 
Η επιστροφή της κοπέλας στο πατρικό της δε συνοδεύεται με την άμεση αναγνώρισή της, καθώς οι δούλες του σπιτιού που τη συναντούν στη βρύση, δεν καταλαβαίνουν ποια είναι και διαβεβαιώνουν την κυρά τους πως η κοπέλα που ήρθε να γυρέψει δουλειά δεν είναι η κόρη της.
Η αναγνώριση τελικά θα επιτευχθεί χάρη σε δύο γεγονότα:
α) Η μητέρα θα πεις στις δούλες της να βάλουν την κοπέλα, που ζήτησε δουλειά, στον αργαλειό που ύφαινε παλιότερα η κόρη της. Έτσι, η Ελένη θα ξεκινήσει να υφαίνει με άνεση το υφαντό που είχε ξεκινήσει προτού παντρευτεί. Η ευκολία με την οποία η κοπέλα υφαίνει στον «ξένο» αργαλειό, αποτελεί μια πρώτη ένδειξη για την ταυτότητά της.
Η εντολή πάντως της μητέρας να βάλουν την κοπέλα στο βλαντί της κόρης της, εκφράζει την ελπίδα της, πως η άγνωστη αυτή κοπέλα είναι η κόρη της.
β) Η Ελένη ξεκινώντας να υφαίνει τραγουδά ένα μοιρολόι, όπου αναφέρει όλες της τις περιπέτειες, αρχίζοντας από τα πλούσια προικιά που έλαβε για το γάμο της και καταλήγοντας στη φτώχια που τη βρήκε στο νέο της σπιτικό και την ανάγκασε να ξενοδουλεύει.
Η μητέρα τότε ακούγοντας την ιστορία της κοπέλας, αντιλαμβάνεται πως αυτή είναι η αγαπημένη της κόρη.

Η ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ 
Οι αναγνωρίσεις είναι μια συνηθισμένη θεματική τόσο σε δημοτικά τραγούδια, όσο και στα ομηρικά έπη και τις τραγωδίες.
Μια πολύ γνωστή σκηνή αναγνώρισης έχουμε στην Οδύσσεια του Ομήρου, όπου η Πηνελόπη αναγνωρίζει τον Οδυσσέα.
Η Πηνελόπη που περίμενε για είκοσι χρόνια την επιστροφή του συζύγου της, δεν πιστεύει ότι ο Οδυσσέας έχει γυρίσει στην Ιθάκη, παρ’ όλο που τη διαβεβαιώνουν γι’ αυτό η μητέρα της και ο γιος της.
«Γιε μου, μέσα μου νιώθω θάμβος, κατάπληξη,
και δεν μπορώ μήτε μια λέξη να προφέρω, κάτι να τον ρωτήσω
ή να τον δω κατάματα. Αν όμως πράγματι ο Οδυσσέας
είναι αυτός που γύρισε στο σπίτι,
μπορούμε μεταξύ μας, και καλύτερα να γνωριστούμε
κρυφά σημάδια έχουμε, που τα γνωρίζουμε οι δυο μας μόνον –
άλλος κανείς».
Η Πηνελόπη, μάλιστα, για να δοκιμάσει τον άντρα που ισχυριζόταν ότι είναι ο σύζυγός της θα ζητήσει από τους υπηρέτες της να τραβήξουν έξω από την κρεβατοκάμαρά της το συζυγικό κρεβάτι, για να του στρώσουν να κοιμηθεί. Ο Οδυσσέας, όμως, θα της πει πως αυτό είναι αδύνατον, αφού ο ίδιος έφτιαξε το συζυγικό τους κρεβάτι πάνω στον κορμό μιας ελιάς που φύτρωνε μέσα στον περίβολο του σπιτιού τους. Ο Οδυσσέας είχε χτίσει το δωμάτιό τους γύρω από αυτή την ελιά και είχε φτιάξει το κρεβάτι τους πάνω στον κορμό της, ώστε είναι πρακτικά αδύνατο να μετακινηθεί αυτό.
Η Πηνελόπη ακούγοντας τον Οδυσσέα να περιγράφει πώς έχτισε το δωμάτιό τους και πώς έφτιαξε το κρεβάτι τους, θα πειστεί πως αυτός είναι ο σύζυγός της.

Αναγνώριση βασισμένη σε στοιχεία που ξέρουν μόνο οι δυο σύζυγοι έχουμε και στην παραλογή «Ο γυρισμός του ξενιτεμένου», όπου η γυναίκα θα πειστεί πως αυτός που της μιλά είναι ο άντρας της, μόνο όταν θα της μιλήσει για σημάδια του κορμιού της, που κανένας άλλος δε θα μπορούσε να γνωρίζει:
«- Έχεις ελιά στα στήθη σου κι ελιά στην αμασκάλη,
κι ανάμεσα στα δυο βυζιά τ’ αντρού σου φυλακτάρι.
- Ξένε μου, εσύ είσαι ο άντρας μου, εσύ είσαι κι ο καλός μου.»

Μια απλούστερη αναγνώριση έχουμε στην Ελένη του Ευριπίδη, όπου οι δύο σύζυγοι όταν συναντώνται μετά από καιρό, αναγνωρίζουν ο ένας τον άλλο, βασιζόμενοι στην εμφάνισή τους.
- Είσαι Ελληνίδα ή ντόπια από εδώ γύρω;
- Ελληνίδα εσύ ποιος είσαι; Πες μου.
- Όμοια, απαράλλαχτη με την Ελένη!
- Κι εσύ με το Μενέλαο, τα ‘χω χάσει.
- Σωστά το δύστυχο μ’ έχεις γνωρίσει.
- Μετά από χρόνια στη γυναίκα σου ήρθες.

Το ήθος των προσώπων.

Η Ελένη, η ηρωίδα του τραγουδιού προερχόμενη από μια πλούσια οικογένεια, βιώνει πολύ άσχημα τον οικονομικό ξεπεσμό της οικογένειας του συζύγου της. Δέχεται, βέβαια, να ξενοδουλέψει όπως κάνουν και τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας, γεγονός που σημαίνει ότι είναι έτοιμη να συμμετάσχει στις θυσίες και στους κόπους μαζί τους, αλλά με δυσκολία αντιμετωπίζει τη νέα της κατάσταση. Όταν, μάλιστα, φτάνουν οι γιορτινές μέρες της Λαμπρής, η κοπέλα θλίβεται και νοσταλγεί σε τέτοιο βαθμό την οικογένειά της, που αποφασίζει να γυρίσει πίσω στο πατρικό της.
Η νεαρή κοπέλα καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες που έχουν προκύψει στη ζωή της, αλλά δεν μπορεί παρά να έχει συνεχώς στη σκέψη της τα πλούτη και τις ευκολίες που της παρείχε τόσα χρόνια η οικογένειά της. Θα μπορούσαμε, ίσως, να πούμε ότι δεν κατορθώνει να προσαρμοστεί στη φτώχεια και τη δύσκολη ζωή, εντούτοις συνειδητοποιούμε την αλλαγή που έχει επέλθει στο χαρακτήρα της, όταν πηγαίνει στο πατρικό της και αντί να εξηγήσει αμέσως ποια είναι, ζητά απλώς να γίνει κι εκείνη μια από τις δούλες του σπιτιού.
Η κοπέλα, αν και μεγάλωσε σε μια πλούσια οικογένεια, έχει πια κατανοήσει τις δυσκολίες της ζωής και επιστρέφει στο πατρικό της, όχι για να βρεθεί ξανά στα πλούτη και στις ευκολίες, αλλά για να βρεθεί και πάλι κοντά στους δικούς της. Για το λόγο αυτό εμφανίζεται στις δούλες του σπιτιού και ρωτά αν υπάρχει δουλειά στο σπίτι και για εκείνη. Είναι, λοιπόν, πρόθυμη να συνεχίσει να εργάζεται σκληρά, και δεν έχει καμία αξίωση να τη δεχτούν ως κυρία του σπιτιού, παρέχοντάς της ξεχωριστά προνόμια. Το μόνο που θέλει είναι να βρίσκεται κοντά στη μητέρα της, έχοντας συνειδητοποιήσει πια πως εκείνο που έχει πραγματικά αξία, δεν είναι τα πλούτη, αλλά η αγάπη των δικών της.

Ο άντρας της κοπέλας, βιώνει μαζί με τα υπόλοιπα μέλη τις δύσκολες στιγμές και αναλαμβάνει αγόγγυστα μια σκληρή δουλειά, για να μπορέσει να βοηθήσει την οικογένεια του και τη νεαρή του σύζυγο. Ο νεαρός αντιλαμβάνεται πλήρως την κατάσταση στην οποία έχει αναγκάσει τη γυναίκα του να ζει και αισθάνεται γι’ αυτό ντροπή αλλά και φόβο. Παρ’ όλο που η οικονομική τους κατάπτωση ήταν αποτέλεσμα κακών συγκυριών, ο ίδιος αισθάνεται πως έχει μερίδιο ευθύνης, εφόσον πήρε την κοπέλα από την πλούσια οικογένειά της και αντί να της προσφέρει μια εξίσου καλή ζωή, την έχει οδηγήσει στη φτώχεια και στη μιζέρια.
Ο νεαρός, όταν η Ελένη του λέει πως θέλει να πάει στη μητέρα της, δε διστάζει να παραδεχτεί πως ντρέπεται να την πάει στους γονείς της, γιατί θα αντιληφθούν τη μεγάλη δυστυχία της κόρης τους και μάλιστα, λέει, πως φοβάται και την πιθανή αντίδρασή τους. Ο νεαρός κατανοεί πως οι γονείς της Ελένης, όχι μόνο θα επιρρίψουν σε αυτόν τις ευθύνες για την κατάντια της κόρης τους, αλλά ενδεχομένως θα θελήσουν να την κρατήσουν κοντά τους.

Η μητέρα της κοπέλας αγαπά πάρα πολύ την κόρη της κι αυτό γίνεται εμφανές τόσο από τα πανάκριβα προικιά που της δίνει κρυφά, όσο κι από το γεγονός ότι ενώ ξέρει ότι την έχει παντρέψει, δεν παύει να περιμένει διαρκώς την επιστροφή της. Βλέπουμε τη μητέρα να ρωτά με αγωνία για την άγνωστη κοπέλα που πήγε στη βρύση και ζητούσε δουλειά, έχοντας μέσα της την ελπίδα πως αυτή είναι η κόρη της. Για το λόγο αυτό, άλλωστε, ζητά από τις δούλες της να τη βάλουν να εργαστεί στον αργαλειό της κόρης της, ώστε να της χρησιμεύσει ως ασφαλές σημείο αναγνώρισης.


ΠΗΓΗ  latistor.blogspot.com

ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΓΛΩΣΣΙΚΕΣ ΠΟΙΚΙΛΙΕΣ

                                            ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΗΛΙΚΙΑ 


                                        ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΜΟΡΦΩΣΗ 

 

                                         ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΦΥΛΟ 




                                             ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙΣΤΑΣΗ